Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010
Το επόμενο που θυμάμαι είναι να περπατάω κατά μήκος ενός στενού μονοπατιού που φαινόταν να βγάζει σ' ένα ξέφωτο. Το ακολούθησα λίγο μουδιασμένα λίγο μηχανικά λίγο απ' όλα. Στην αρχή έμοιαζε να είναι πολύ μακρύ και ατελείωτο αλλά έτσι όπως ξαφνικά εμφανίστηκε, έτσι ξαφνικά τελείωσε. Πράγματι στην άκρη του ήταν ένα ξέφωτο, όχι όμως ένα, όπως στην αρχή πίστευα, αλλά πολλά διασκορπισμένα με το καθ' ένα να συνδέεται με το διπλανό του με στενούς διαδρόμους διαμέσου της πυκνής βλάστησης. Μου έμοιαζε σαν ιστός μιας μεθυσμένης αράχνης που προσπαθεί μάταια να κρατήσει τη συμμετρία και το προαιώνιο της σχέδιο. Σε κάθε ένα απ' αυτά τα ξέφωτα το φως ήταν περίεργο, ούτε φως του ήλιου ούτε φως της λάμπας. Κάτι παράξενο θα τολμούσα να πω, κάτι μαγευτικό αλλά και συνάμα μυστηριακό.
Εκεί υπήρχαν παγκάκια μάλλον ξύλινα ή μπορεί να 'ταν και σιδερένια, γι' αυτό δεν είμαι σίγουρος, τα οποία ήταν γεμάτα κόσμο. Κι όχι έναν τυχαίο κόσμο, κάθε άλλο. Ήταν όλοι άτομα που είχα πιει μαζί τους ένα ποτό, είχαμε ανταλλάξει μια φιλική κουβέντα, είχαν διασταυρωθεί τέλοσπάντων κάποτε οι ζωές μας. Αυτοί όμως μόνο, οι άλλοι-ας τους πούμε πιο κοντινοί φίλοι- έλειπαν.
Παράλληλα καθώς παρατηρούσα με περιέργεια και λαιμαργία τη σκηνή που ξετυλιγόταν αργά και ράθυμα μπροστά μου χωρίς να ακολουθεί δηλαδή η εικόνα κανέναν από τους γνωστούς φυσικούς νόμους του χρόνου, ένιωθα αυτό που, συμβατικά μέσα σ' ένα όνειρο, ονομάζουμε σώμα μας να αποκτά υπερφυσικές δυνάμεις πλημμυρισμένο με μουσική, με χρώμα, με φως.."
συνεχίζεται..
Subscribe to:
Αναρτήσεις (Atom)